Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 3 του ΠΔ 88/1999 (δείτε ΕΔΩ), όπως αυτό αντικαταστάθηκε με την υποπαράγραφο ΙΑ.14 εδάφιο 2 άρθρου πρώτου Ν.4093/2012(δείτε ΕΔΩ) « Για κάθε περίοδο είκοσι τεσσάρων (24) ωρών, η ελάχιστη ανάπαυση δεν μπορεί να είναι κατώτερη από έντεκα (11) συνεχείς ώρες ».
Αυτό στην πράξη σημαίνει ότι ανάμεσα σε δύο βάρδιες θα πρέπει σύμφωνα με τη νομοθεσία να μεσολαβούν 11 ώρες ανάπαυσης, κάτι που δεν συμβαίνει όταν ο εργαζόμενος δουλεύει Πρωί-Νύχτα, δηλαδή σχολάει στις 15.00 και ξαναπιάνει δουλειά στις 23.00 με αποτέλεσμα να μεσολαβούν 8 ώρες ανάπαυσης και όχι 11 όπως προβλέπει η νομοθεσία.
Το ίδιο συμβαίνει και όταν ο εργαζόμενος δουλεύει απόγευμα – πρωί, δηλαδή σχολάει στις 23.00 και πιάνει δουλειά στις 07.00, με την επιφύλαξη όμως ότι ο νόμος αναφέρει ότι «η περίοδος των είκοσι τεσσάρων (24) ωρών αρχίζει την 00:01 και λήγει την 24:00 ώρα.» οπότε είναι θέμα ερμηνείας της νομοθεσίας.
Ακόμη, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 8 του ΠΔ 88/1999 (δείτε ΕΔΩ):
«1. Ο κανονικός χρόνος εργασίας των εργαζομένων τη νύχτα δεν πρέπει να υπερβαίνει κατά μέσο όρο τις οκτώ ώρες ανά εικοσιτετράωρο σε περίοδο μιας εβδομάδας. Μπορεί να ορίζεται διαφορετική από την παραπάνω περίοδο αναφοράς με συλλογικές συμβάσεις εργασίας που συνάπτουν σε εθνικό ή περιφερειακό επίπεδο.»
Αυτό την πράξη σημαίνει ότι σύμφωνα με τη νομοθεσία ο εργαζόμενος δεν πρέπει να δουλεύει περισσότερες από μία νύχτες την εβδομάδα, δηλαδή τα προγράμματα εργασίας με δύο νυχτερινά (ή και τρία) της εβδομάδα είναι αντίθετα σε ό,τι ορίζει η νομοθεσία.
Δυστυχώς όμως στα περισσότερα Νοσοκομεία της χώρας, με πρόσχημα την έλλειψη προσωπικού οι παραπάνω προβλέψεις της νομοθεσίας καταστρατηγούνται στη σύνταξη των προγραμμάτων εργασίας, ενώ πολλές φορές παρατηρούνται απάνθρωπα και εξοντωτικά προγράμματα, με 2 νύχτες την εβδομάδα, ή με «απόγευμα – πρωί-νύχτα-νύχτα».
Όμως τί μπορεί να κάνει υπηρεσιακά ο εργαζόμενος απέναντι σε αυτά τα παράνομα προγράμματα εργασίας;
Ο δημοσιοϋπαλληλικός κώδικας αναφέρει (δείτε ΕΔΩ):
«Άρθρο 25
Νομιμότητα υπηρεσιακών ενεργειών
1. Ο υπάλληλος είναι υπεύθυνος για την εκτέλεση των καθηκόντων του και τη νομιμότητα των υπηρεσιακών του ενεργειών.
2. Ο υπάλληλος οφείλει να υπακούει στις διαταγές των προϊσταμένων του. Όταν όμως εκτελεί διαταγή, την οποία θεωρεί παράνομη, οφείλει, πριν την εκτέλεση, να αναφέρει εγγράφως την αντίθετη γνώμη του και να εκτελέσει τη διαταγή χωρίς υπαίτια καθυστέρηση. Η διαταγή δεν προσκτάται νομιμότητα εκ του ότι ο υπάλληλος οφείλει να υπακούσει σε αυτήν.
3. Αν η διαταγή είναι προδήλως αντισυνταγματική ή παράνομη, ο υπάλληλος
οφείλει να μην την εκτελέσει και να το αναφέρει χωρίς αναβολή. Όταν σε διαταγή, η
οποία προδήλως αντίκειται σε διατάξεις νόμων ή κανονιστικών πράξεων, διατυπώνονται επείγοντες και εξαιρετικοί λόγοι γενικότερου συμφέροντος ή όταν, ύστερα από άρνηση υπακοής σε πρώτη διαταγή που προδήλως αντίκειται σε τέτοιες διατάξεις, ακολουθήσει δεύτερη διαταγή που εκθέτει επείγοντες και εξαιρετικούς λόγους γενικότερου συμφέροντος, ο υπάλληλος οφείλει να εκτελέσει τη διαταγή και να αναφέρει συγχρόνως στην προϊσταμένη αρχή εκείνου που τον διέταξε.»
Βλέπουμε λοιπόν ότι εφόσον υπάρχει από τον προϊστάμενο επίκληση εξαιρετικών λόγων γενικότερου συμφέροντος ο υπάλληλος οφείλει να εκτελέσει τη διαταγή και να αναφέρει συγχρόνως στην προϊσταμένη αρχή εκείνου που τον διέταξε. Ο δημοσιοϋπαλληλικός κώδικας δεν διευκρινίζει ποια γεγονότα αποτελούν επείγοντες και εξαιρετικούς λόγους δημόσιου συμφέροντος. Κατανοούμε όμως ότι η έλλειψη προσωπικού για να εκτελέσει τις απαραίτητες βάρδιες μπορεί να αποτελέσει για τη διοίκηση μια σχετική αιτιολογία για τη σύνταξη παράνομων προγραμμάτων εργασίας.
Αυτό όμως δεν μπορεί να αποτελεί πανάκεια για να δικαιολογείται η «ελαφρά τη χείρα» επιβολή παράνομων και εξαντλητικών προγραμμάτων εργασίας σε ένα συνάδελφο, χωρίς να αιτιολογείται από τον προϊστάμενο που το συντάσσει ότι δεν υπήρχε άλλη επιλογή. Σε διάφορα Νοσοκομεία παρατηρούνται φαινόμενα εντός του ίδιου τμήματος κάποιοι εργαζόμενοι κάθε εβδομάδα να έχουν παράνομα προγράμματα εργασίας και κάποιοι άλλοι συνάδελφοι τους όχι. Σε αυτές τις περιπτώσεις οι εργαζόμενοι επιβάλλεται να απευθυνθούν στην δημοσιουπαλληλική ιεραρχία και στο νομοθετικά κατοχυρωμένο συνδικαλιστικό τους όργανο και να διαμαρτυρηθούν, ενώ οι προϊστάμενοι/ες θα είναι υπόλογοι και θα πρέπει να απολογηθούν γιατί επέβαλαν παράνομο πρόγραμμα σε έναν εργαζόμενο χωρίς να απαιτείται από εξαιρετικές και επείγουσες συνθήκες.
Νομικά, εφόσον τα προγράμματα εργασίας αποτελούν διοικητικές πράξεις, οι εργαζόμενοι και τα συνδικαλιστικά τους όργανα έχουν το δικαίωμα να προσφύγουν στα διοικητικά και ποινικά δικαστήρια ενάντια σε προγράμματα εργασίας που συντάσσονται κατά παράβαση όσων ορίζει η εργασιακή νομοθεσία. Πρέπει να σημειώσουμε ότι οι επόπτες εργασίας και το Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας δεν έχουν αρμοδιότητα παρέμβασης στο δημόσιο, παρά μόνο στον ιδιωτικό τομέα, γι΄αυτό και τα προγράμματα εργασίας των δημοσίων νοσοκομείων δεν υποβάλλονται για έγκριση στους επόπτες εργασίας. Αυτό έχει ζητηθεί από την Ομοσπονδία να αλλάξει, αλλά η κυβέρνηση δεν έχει απαντήσει σε αυτό το αίτημα.
Συνδικαλιστικά, τα σωματεία εργαζομένων και τα υπόλοιπα συνδικαλιστικά όργανα οφείλουν να αναδεικνύουν τη σύνταξη παρανόμων προγραμμάτων εργασίας και να διεκδικούν τη συμμόρφωση με όσα ορίζει η εργασιακή νομοθεσία. Ακόμη οφείλουν να ελέγχουν τα προγράμματα γιατί μπορεί να υπάρχουν περιπτώσεις που υπάρχει η δυνατότητα να ακολουθείται η νομοθεσία, όμως αυτό δεν γίνεται με ευθύνη των προϊσταμένων που τα συντάσσουν. Επίσης μπορεί υπάρχουν περιπτώσεις μη δίκαιης και ισόρροπής σύνταξης των προγραμμάτων εργασίας για όλους του εργαζόμενους ενός τμήματος. Στις παραπάνω περιπτώσεις τα συνδικαλιστικά όργανα οφείλουν να παρεμβαίνουν και να ζητούν τη δίκαιη και ισόρροπη σύνταξη των προγραμμάτων για όλο το προσωπικό.
Θεωρείται δεδομένο, ότι όσο υπάρχει έλλειψη προσωπικού στα δημόσια Νοσοκομεία θα υπάρχουν και παράνομα και εξαντλητικά προγράμματα εργασίας, αυτό όμως (όπως αναφέρθηκε και παραπάνω) δεν μπορεί να αποτελεί πανάκεια για να επιβάλλονται ελαφρά τη χείρα δύο και τρία νυχτερινά την εβδομάδα, ή πρωί νύχτα κλπ.
Όμως πρέπει να αντιληφθούμε ότι χωρίς ανατροπή των μνημονιακών πολιτικών που επιβάλουν τους περιορισμούς στις προσλήψεις, δεν πρόκειται να δούμε βελτίωση των εργασιακών μας σχέσεων και νόμιμα προγράμματα.
Γιώργος Μανουσάκης, νοσηλευτής, μέλος ΓΣ ΠΟΕΔΗΝ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου